Friday, July 04, 2014

Αλαλαγμός

ΑΛΑΛΑΓΜΟΣ - Jean Richepin
Γαλλική Ανθολογία, Μεταφράσεις Γεωρ.Σημηριώτη, 1939


Στάλες του αιμάτου μου νατ΄η ιστορία,
να το τραγούδι σου αίμα παληό!
Αίμα ανυπόταχτο, βλαστήμιας αίμα,
ω αίμα αλήτικο, προγονικό.

Δεν πάει του κάκου η ορμή σου εντός μου,
λεβέντικο αίμα, πάντα ξυπνό,
που μεσ΄στις φλέβες μου τελλά αναβρύζεις
στον ήλιο νάβγεις πιο πορφυρό.

Σαν κ΄εσάς πρόγονοι κ'εγώ διψάω,
στ΄άτι μου πάνω να στηλωθώ,
στη ζωή την έφοδο κ΄εγώ να κάνω,
το πέρασμά μου το φονικό.

Στα χρόνια ετούτα που δεν πνέει αγέρι
για τρέλλες, πάθη, μεσ΄στην καρδιά,
νίκες μελλούμενες δε θα γυρέψω
στο κύμα πάνω και στα βουνά.

Μα στην ανθρώπινη σκέψη που εσπάρη
με λόγια τόσο τρομαχτικά,
τ΄άτια της σκέψης μου θα ξαπολύσω,
ξεφρενιασμένα κι΄ορμητικά.

Ας είν΄σκληρόριζες γεμάτ΄η ρούγα,
λάκους που χάνεσαι και λιμνιές
που χόρτα σήπονται φαρμακωμένα,
κ'εγώ στου δάσους τις σκοτεινιές.

Θα ψάξω, πίσω σου θα πέσω αγρίμι,
σ΄ερμιές, σε γκρέμνα, σπηλιές, παντού,
βαθιά στα σπλάχνα σου να χώσω μέσα,
το γιαταγάνι του τραγουδιού.

Ω Πλάστη ως σήμερα, στα περασμένα
καθώς εμένα, γενναίοι πολλοί,
τα χέρια μάτωσαν για να σε πιάσουν,
να σε ξεσκίσουν, μα δεν αρκεί.

Εμέ το μίσος μου, η εκδίκησή μου,
του θρίαμβού μου η βλαστημιά,
μόνο το σώμα σου δε θέλει εκείνο,
που ανθρώποι τώπιασαν που ήταν παιδιά.

Το φως της σάρκας σου και της ψυχής σου
την ψυχή τέλος και την πνοή,
πιο άϋλη κι άπιαστη απ΄αέρι, φλόγα,
να σου τα σβύσει κι αυτά ποδεί.

Γιατί στους νόμους σου, σε κάθε αγάπη,
λατρεία φύσης, στη λογική,
βάζεις τ΄Απόλυτο καθώς φαρμάκι,
μεσ΄στο φαγί μας πάντοτε Εσύ.

Οι θεοί πεθάνανε κι΄ο τελευταίος
σβύνει, μα αιώνια μένεις Εσύ.
Του ανθρώπου η έπαρση ναούς σου στήνει,
θεός κι΄αν γίνει, Σε θεοποιεί.

Μα εγώ δε γνώρισα τις λιγοθύμιες,
θα πάω ως στην άκρη του δρόμου εκεί
θρησκείες κ΄έρωγτες, τιμές και πίστες,
που στις καρδιές μας στέκουν ορθοί,

Στερνά πολύφωτα, λάμψες θα σβύσω,
ναών οπού ΄χουν ερημωθή.
Είδωλα! χαίρετε τα τελευταία!
Χτύπα φανφάρα προγονική!

Ω αίμα στις φλέβες μου, αίμα που βράζεις,
αδούλωτο αίμα, ζητιανικό,
καθώς μεσάνυχτα σε κάμπο μέσα
χυμάει κανένας μ΄άτι τρελλός,

Χοπ-χοπ! κοπάδι νά! νάτες οι ιδέες!
που τρομαγμένες πετούν μαζύ,
χοπ-χοπ νά τ'άτι μας το φρενιασμένο!
στα σκέλια μέσα την κεφαλή.

Α! να περ΄σουμε δεντρά και ρούγες!
πήδα ληθάρια, λάκκους γκρεμιές.
Α γειά σου! δύναμη! μη βλέπεις πίσω!
αλλοιά όσες πέφτουν! άστες αυτές.

Χόπλα και χόπλα σου! κι΄όταν τ΄αγρίμι,
ξεκοιλιασμένο θα ξαπλωθή,
τότε της σκέψης μου, ώ άτι μαύρο,
τότε σε βάζω πια στη βοσκή.

Τότε των στίχων μου το γιαταγάννι,
θα κάνει κούκλες που να πουλεί,
και τότε ω αίμα συ, που μούχεις βάνει,
στα στήθεια μέσα την μπόρα αυτή,

Ω αίμα πλιάτσικων, προγόνων αίμα!
για σένα κάπελας θα γίνω ευτύς,
και θα τσουγκρίσουμε μιαν ως τον πάτο,
γι αυτό σου τάσμα να πλερωθής!

No comments: