Wednesday, November 29, 2006

Baeckeoffe

Baeckeoffe σημαίνει στα Αλσατικά «baker´s oven», δηλαδή ο φούρνος του φούρναρη; Κάπως έτσι... Οι γυναίκες της περιοχής, πριν εμφανιστούν τα πλυντήρια, την ημέρα που θα έκαναν την μπουγάδα τους, έβαζαν διάφορα είδη κρέατος με πατάτες και κρεμμύδια στο ειδικό σκεύος και τα πήγαιναν στον φούρναρη. Μέχρι να τελειώσουν την μπουγάδα, είχε σιγοψηθεί το φαγητό και τις περίμενε έτοιμο και αχνοβολιστό.

Υλικά:
500 γρ. χοιρινό χωρίς κόκκαλο
500 γρ. αρνί χωρίς κόκκαλο
500 γρ. μοσχάρι
3-4 μεγάλα κρεμμύδια, σε μισές ροδέλες
3 σκελίδες σκόρδο, ψιλοκομμένες
δάφνη
θυμάρι
μαϊντανός
γαρύφαλλο
κόκκοι μαύρου πιπεριού
2-3 φλυτζάνια λευκού κρασιού
1.5 κ. πατάτες
αλάτι
2/3 φλυτζανιού αλέυρι για το ζυμάρι, αν θέλουμε να σφραγίσουμε το καπάκι

Προετοιμασία
1.Βάζουμε το κρέας (κομμένο σε μικρούς κύβους) σε μεγάλο μπωλ με τα κρεμμύδια και το σκόρδο. Μερικοί βάζουν και καρότα, αλλά ξεφεύγει από την παραδοσιακή συνταγή νομίζω. Προσθέτουμε το θυμάρι, τη δάφνη, το μαϊντανό, τα γαρύφαλλα, τα πιπέρια (να ρίξουμε και λίγο πράσινο και λίγο κόκκινο για το χρώμα;) και το αλάτι. Ρίχνουμε το κρασί και ανακατεύουμε. Αφήνουμε στο ψυγείο για 12 έως 24 ώρες, ανακατεύοντας όποτε το θυμηθούμε για να «πάνε παντού» τα υλικά.
2.Kόβουμε τις πατάτες σε φέτες.
3.Στεγνώνουμε το κρέας και κρατούμε το υπόλοιπο της μαρινάδας με τα λαχανικά.
4.Σε πήλινη γάστρα βάζουμε σε στρώσεις εναλλάξ το κρέας, τις πατάτες, τα λαχανικά της μαρινάδας και δώστου πάλι, μέχρι να τελειώσουν τα υλικά. Οι πατάτες πρέπει να είναι η από πάνω τελευταία στρώση. Περιχύνουμε με την μαρινάδα, σκεπάζουμε και σιγοψήνουμε (γύρω στους 170ο) για 3 ώρες. Καλό θα ήταν να σφραγίσουμε το καπάκι της γάστρας με ζυμάρι, για καλύτερο αποτελέσμα στο ψήσιμο.

Juanita La Quejica

Sunday, November 26, 2006

Label Flash DVD RW: ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ

Πριν 2 μήνες είχαμε την φαεινή ιδέα και προβήκαμε στην ατυχή κίνηση αγοράς pc από μεγάλη (μάλλον την μεγαλύτερη) αλυσίδα καταστημάτων Η/Υ.

Από τότε ταλαιπωρούμαστε απίστευτα με το Label Flash DVD RW. Το οποίο "μια ο Γιάννης δεν μπορεί, μια ο κώλος του πονεί"!

Ανάμεσα στις 5 (ή 6; έχω ζαλιστεί πια...) φορές που το έχουμε πάει για service ή μας έχει επισκεφθεί τεχνικός σπίτι, μια δεν επιτρέπει να γράφει τίποτα, μια γράφει cds μόνο με data και μια με μουσικά αρχεία αλλά όχι βίντεος, μια γράφει dvds και μια δεν γράφει γιατί δεν σηκώνει τα sony και εσχάτως δεν γράφει πάλι cds μουσικής, βίντεο κλπ.

Στην αλυσίδα καταστημάτων (στο κεντρικό service) αρνούνται να μας αλλάξουν μάρκα, αφού μας έχουν αλλάξει τουλάχιστον 2 φορές το συγκεκριμένο εξάρτημα, αντικαθιστώντας το όμως με μια ίδια σαπουνόφουσκα.

Όποιος διαβάζει αυτό το post, ας κρατήσει σημείωση και ας μην επιχειρήσει να δοκιμάσει αν γράφω την αλήθεια ή όχι. Θα βλαστημήσει την ώρα και την στιγμή, θα ταλαιπωρηθεί ιδιαίτερα και στο τέλος θα αναγκαστεί να πληρώσει έναν τεχνικό που θα βρει δεν ξέρω από που, να του βάλει ένα compatible εξάρτημα για να βρει την ησυχία του και να μπορεί -ω! του θαύματος!- να γράφει cds και dvds χωρίς να έχει προηγηθεί 3μηνη νηστεία, προσευχή και θυσία στους θεούς των Η/Υ...

Wednesday, November 22, 2006

Φρέσκο "πράγμα"


Δύο νέα blogs που από δω το πάνε, από κει το φέρνουν, στο πιάτο καταλήγουν.

Ηungry For Life αρκετών από όσους συμμετέχουμε στον "κήπο" του Hungry.

Μagerotsoukaliasmata της Κυραλλίνας.

Καλά "Μαγειρέματα"!

Tuesday, November 21, 2006

Από μουσικός παραγωγός Λατινοαμερικάνικης μουσικής, αποθηκάριος!


Λοιπόν...

Πώς είναι δυνατόν ο πιο εξειδικευμένος Έλληνας σε θέματα μουσικής της Λατινικής Αμερικής να διορίζεται σαν μόνιμο προσωπικό στις αποθήκες της ΕΡΤ και να χάνει τη δουλειά του σαν μουσικός παραγωγός στον ραδιοφωνικό σταθμό της ΕΡΤ Kosmos 9.36;

Δεν είναι μόνο ο Βασίλης Σταματίου που έπαθε αυτήν την πλάκα. Το ίδιο συνέβη και με την πλειοψηφία όσων την πάτησαν -όπως ο Ζακ Σαμουήλ και ο Σπύρος Κατσιγιάννης- και έκαναν τα χαρτιά τους για μονιμότητα. Και από μουσικοί παραγωγοί (γνώστες του αντικειμένου επί τη ευκαιρία, έχει και αυτό την σημασία του) βρέθηκαν να κυνηγούν μπεκάτσες στα γρανάζια της γραφειοκρατίας. Γιατί δεν εξαιρέθηκε η ΕΡΤ από το νομοσχέδιο Παυλόπουλου; Πόσο ερασιτέχνες τελικά είναι οι κυβερνώντες μας; Πόσο χρόνο θα χρειαστούν για να συνειδητοποιήσουν ότι έχουν σηκωθεί για μάθημα και είναι ακόμα αδιάβαστοι;

Όσοι θέλουν να διαμαρτυρηθούν για το θέμα, μπορούν να συμπληρώσουν αυτήν την φόρμα.

Περισσότερες λεπτομέρειες στο Latin music του δικού μας "Jefe de Música Latina" .

Estella - μια "κούκλα" στο Camino de Santiago



Η Estella ή Lizarra για τους Βάσκους, χτισμένη στις όχθες του Ega, είναι μία από τις πιο όμορφες πόλεις της Navarra. Σημαντικός σταθμός στην διαδρομή για το προσκύνημα προς το Santiago de Compostela, έφτασε στο απόγειό της τον XIII αιώνα. Τα μεσαιωνικά μνημεία της εντυπωσιάζουν, με επίκεντρο το Palacio de los Reyes de Navarra και την εκκλησία του San Pedro de la Rúa, όπου μέχρι πριν λίγα χρόνια υπήρχε και κομμάτι από τα λείψανα του Αγίου Ανδρέα της Πάτρας. Λέγεται ότι ο επίσκοπος της εκκλησίας του Αγίου Ανδρέα, πήγαινε τα λείψανα για να τα αφιερώσει στο Santiago de Compostela αλλά πέθανε στην Estella και έτσι έμεινε εκεί μέρος της ωμοπλάτης του Αγίου, χωρίς βέβαια να έχει ποτέ εξακριβωθεί αυτό. Το λείψανο κλάπηκε πιθανότατα από τον Εrik el Belga, που με την συμμορία του "τσάκισε" τους μεσαιωνικούς θησαυρούς της Ισπανίας τις περασμένες δεκαετίες.


















Monday, November 20, 2006

Η ιστορία της Paella

H Hoya de Buñol είναι μια περιοχή στο κέντρο της επαρχίας της Valencia, στην Ισπανία. Αποτελείται από τα χωριά Buñol, Yátova, Macastre and Alborache, που βρίσκονται σε πολύ κοντινή απόσταση το ένα από το άλλο, με παρόμοιο κλίμα, έθιμα και τρόπο ζωής. Τον προηγούμενο αιώνα η κύρια πηγή απασχόλησης και πλούτου αυτής της περιοχής ήταν η γεωργία. Τα καλλιεργήσιμα κτήματα όμως ήταν πολύ μακριά από τις πόλεις και καθώς ο μόνος τρόπος μετακίνησης των αγροτών ήταν το αυτοκίνητο, ήταν αδύνατο να επιστρέφουν αυθημερόν στα σπίτια τους και έτσι έπρεπε να μένουν αρκετές νύχτες στον κάμπο, σε στοιχιωδώς εξοπλισμένες καλύβες, όσο διαρκούσαν οι αγροτικές εργασίες.
Το φαγητό στους αγρούς περιορίζονταν σε κάποια σπιτικά αλλαντικά, κάποιο κυνήγι και κάτι «ζεστό» και εύκολο που οι ίδιοι οι αγρότες μαγείρευαν σε ένα σκεύος σαν τηγάνι, το οποίο όμως δεν είχε χερούλι έτσι ώστε να μπορεί να μεταφέρεται εύκολα και να χωράει σε ένα αυτοκίνητο γεμάτο σε σακκιά αγροτικών προϊόντων.
Η νοοτροπία αυτών των ανθρώπων ήταν αρκετά «προχωρημένη» σε σχέση με αυτήν των γειτόνων τους και αυτό το γεγονός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη γέννηση της paella, καθώς οι άνδρες αυτής της περιοχής δεν είχαν ενδοιασμούς στο να βοηθήσουν τις γυναίκες τους στις δουλειές του σπιτιού.
Στις μεγάλες γιορτές τους, καθώς οι γυναίκες ήταν αποσχολημένες με το να φτιάχνουν τα παραδοσιακά γλυκά, οι άνδρες άρχισαν να αναλαμβάνουν να φτιάξουν το φαγητό, το οποίο συνήθως ήταν ρύζι και άγριος λαγός, που οι ίδιοι είχαν σκοτώσει στο κυνήγι στα βουνά. Προτίμησαν όμως να χρησιμοποιούν το σκεύος που έπαιρναν μαζί στα χωράφια, την paella, δηλαδή το τηγάνι χωρίς χερούλι. Είναι λάθος να αποκαλούμε το σκεύος paellera, που στην πραγματικότητα σημαίνει «η μαγείρισσα που φτιάχνει paella» και όχι το ειδικό τηγάνι.
Αν και η paella έγινε το χαρακτηριστικό πιάτο στις γιορτές του Buñol, αρχικά ελάχιστοι το ήξεραν, μόνο κάποιοι παραθεριστές του καλοκαιριού. Όταν όμως κατασκευάστηκε το τραίνο, κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα, άρχισε να αυξάνεται ο αριθμός των επισκεπτών από την πρωτεύουσα της επαρχίας, και τα σαββατοκύριακα αλλά και το καλοκαίρι. Στις αρχές του 20ου αιώνα, το χωριό Buñol είχε πολύ περισσότερα ξενοδοχεία από ό,τι ακόμα και οι πρωτεύουσες των επαρχιών.
Οι παραθεριστές ενθουσιάστηκαν με αυτό το πλούσιο και νόστιμο φαγητό, στο οποίο ήδη είχαν αρχίσει να γίνονται πολλές παραλλαγές: πρώτα ο βουνίσιος λαγός μετατράπηκε σε κουνέλι και στην συνέχεια σε κοτόπουλο. Σύντομα προστέθηκαν και θαλασσινά, έγινε η ανάμικτη paella κλπ. Οι παραθεριστές επέστρεφαν σπίτι και με μια διαφορετική συνταγή. Μιλάμε πια για ένα διεθνές πιάτο, που δεν μπορεί να διεκδικήσει την «πατρότητα» και την αποκλειστικότητα καταγωγής του ένα χωριό ή μία επαρχία.

Το Μυστικό της Καλής Paella

Νερό! Αυτό είναι και το πιο σημαντικό συστατικό για την δημιουργία μιας καλής paella. Οι Ισπανοί ισχυρίζονται –και όχι άδικα- ότι είναι διαφορετική η γεύση της paella φτιαγμένης από τον ίδιο μάγειρα, αν γίνει στην Valencia και στην Madrid. Η διαφορά οφείλεται στις χημικές ενώσεις, στη διαφορετική συγκέντρωση μετάλλων που υπάρχουν στο νερό κάθε περιοχή, συγκεκριμένα στο calcium και στο magnesium, που παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο γευστικό αποτέλεσμα της paella. Τα σκληρά νερά της Valencia (με αυξημένα ποσοστά σε περιεκτικότητα Ca και Mg) είναι ιδανικά, σε αντίθεση με τα μαλακά της Madrid, που δίνουν ένα άνισο γευστικό αποτέλεσμα.
Πρέπει όμως να υπάρχουν και άλλα συστατικά στο νερό που επηρεάζουν την γεύση της paella. Οι γεροντότεροι στο Buñol ακόμα θυμούνται με νοσταλγία τις καλές πηγές νερού, όπως αυτή στο Borso, που σήμερα ανήκει σε ιδιώτη. Από τις παλιές πηγές ακόμη δίνουν νερό αυτές των "Hortelano", "Ciprés" και "Roquillo" στο Buñol, η "Bolot" στο Macastre και η "Saint James" στο Alborache. Γύρω από αυτές τις πηγές, στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν φτιαχτεί ειδικοί χώροι για «κολατσιό» όπου φτιαχνόταν αποκλειστικά η paella και μάλιστα κάποια από αυτά τα μαγαζάκια είναι ανοιχτά ακόμα και σήμερα, το καλοκαίρι.
Σήμερα, η πιο δημοφιλής πηγή νερού είναι η "Alegría" στο Buñol, όπου κάθε μέρα υπάρχει τεράστια ουρά από ανθρώπους που περιμένουν να γεμίσουν τα μπιτόνια με το «μαγικό» νερό, για να φτιάξουν στη συνέχεια την paella στο σπίτι τους ή στα restaurants της Πρωτεύουσας. Η προτίμηση στην "Alegría" (που σημαίνει χαρά) οφείλεται στην εύκολη πρόσβαση με αυτοκίνητο. Όσοι ενδιαφέρεστε, ετοιμαστείτε για ώρες αναμονής στην σειρά!
Υπάρχουν και πολλά άλλα μικρά και μεγάλα μυστικά και λεπτομέρειες στη διαδικασία μαγειρέματος της paella καθώς και στα απαραίτητα υλικά, αλλά θα πρέπει να κρατήσω και κάτι για τον εαυτό μου, γι αυτό και περνάω κατευθείαν στη συνταγή της δικής μου paella, στην οποία κατέληξα μετά από αρκετές δοκιμές και πειραματισμούς.

Paella a la Juanita

Υλικά

500 γρ. στήθος φιλέτο κοτόπουλο
250 γρ. μπέικον (ή chorizo ή πικάντικο λουκάνικο με πάπρικα)
1 κιλό γαρίδες (καθαρισμένες) και καραβίδες
1 κιλό καλαμαράκια (καθαρισμένα)
500 γρ. μύδια (αχνισμένα και χωρίς τα κελύφη)
400 γρ. αρακάς
5 πράσινες πιπεριές
400 γρ. ρύζι carnaroli ιταλικό (αν δεν έχουμε το κοντόχονδρο ισπανικό bomba)
5 μεσαία κρεμμύδια
4 σκελίδες σκόρδο
1 φλυτζάνι κρασί λευκό
8 μεγάλες ντομάτες
2 κύβοι λαχανικών με κοτόπουλο
Σαφράν (λίγο)
Τζίντζερ τριμμένο
Κόλιανδρο τριμμένο
Πάπρικα
Ρίγανη
Αλάτι
Πιπέρι
Ελαιόλαδο

Ετοιμασία

Βράζω τις γαρίδες, αφαιρώ τα κεφάλια και τα κελύφη και τα πολτοποιώ για να φτιάξω το ζωμό, τον οποίο φιλτράρω πολύ προσεκτικά σε σουρωτήρι στρωμένο με γάζα, γιατί υπάρχει κίνδυνος να μείνουν μικρά πετραδάκια – άμμος και να βγει μία «τριζάτη» paella. Το ίδιο κάνω και με τον ζωμό που αχνίζουν τα μύδια, αν είναι φρέσκα.
Κόβω σε πολύ μικρά κομμάτια το κοτόπουλο, το ίδιο και το μπέϊκον ή το chorizo. Τα τηγανίζω ξεχωριστά, αφήνω το μπέϊκον τελευταίο γιατί βγάζει πολλά λίπη. Στην ίδια κατσαρόλα τηγανίζω ελαφρά τις βρασμένες γαρίδες και μύδια και τέλος τα καλαμαράκια κομμένα σε λωρίδες.
Βράζω τον αρακά, τον σουρώνω και προσθέτω λίγο βιτάμ.
Στην ίδια πάντα κατσαρόλα (προσθέτω μόνο λίγο ελαιόλαδο κάθε φορά για να απορροφάται σε κάθε νέο τσιγάρισμα και χρησιμοποιώ μόνο ξύλινη σπάτουλα για να μπορώ να τρίβω τον πάτο της κατσαρόλας και να μη μαυρίζει, έχοντας πάντα το μάτι σε μεσαία θερμοκρασία) αφού έχω αδειάσει όλα τα υπόλοιπα με την τρυπητή κουτάλα, προσθέτω τα κρεμμύδια ψιλοκομμένα και τα σκόρδα.
Σοτάρω αρκετή ώρα και στη συνέχεια προσθέτω τις πιπεριές. Αφού μαλακώσουν ελάχιστα, βάζω και τις ντομάτες, ξεφλουδισμένες, στιμμένες και χονδροκομμένες. Αφού τις σοτάρω για λίγο, προσθέτω λευκό κρασί, λίγο αλάτι, πιπέρι, chilies, πάπρικα, μοσχοκάρυδο, κόλιανδρο και τζίντζερ και αφήνω τη σάλτσα να βράσει για 20΄.
Σε άλλη κατσαρόλα βάζω τον ζωμό από τα θαλασσινά και προσθέτω τόσο νερό ώστε να βγουν γύρω στα 9 φλιτζάνια υγρού με ελάχιστο λάδι και τους κύβους λαχανικών με κοτόπουλο. Το ρύζι σαν ποσότητα είναι 3 1/2 φλυτζάνια, χρειάζεται λοιπόν περίπου τη διπλάσια ποσότητα ζωμού, αλλά κάνω λίγο παραπάνω για να είμαι σίγουρη.
Το ρύζι το ετοιμάζω πάντα την τελευταία στιγμή, γιατί αλλιώς παραβράζει από την θερμότητα των υλικών και λαπαδιάζει ελαφρώς. Χρειάζεται περίπου 35΄.
Όταν έχουν μαζευτεί όλοι οι φίλοι στο σπίτι, βάζω τη σάλτσα ντομάτας σε ένα μεγάλο ταψί και το τοποθετώ στους 200ο βαθμούς στο φούρνο, να ζεσταθεί. Ταυτόχρονα, στην ίδια πάντα αρχική κατσαρόλα (που έχω τώρα αδειάσει και από τη σάλτσα), προσθέτω λάδι και τσιγαρίζω για 5’ το ρύζι σε δυνατή φωτιά. Στη συνέχεια το προσθέτω στη σάλτσα στο ταψί, ρίχνω την μισή ποσότητα βραστού ζωμού και ψήνω στο φούρνο για 10΄. Ανακατεύω 2 φορές κατά τη διάρκεια. Κατόπιν, προσθέτω όσο ζωμό χρειαστεί καθώς και όλα τα υπόλοιπα υλικά. Σε λίγο ζωμό έχω διαλύσει ελάχιστες ίνες σαφράν και τις προσθέτω και αυτές στο ταψί. Προσοχή, να είναι πάντα φρέσκο το σαφράν, γιατί ξεθυμαίνει εύκολα και δεν δημιουργεί το ίδιο αποτέλεσμα στη γεύση και στο χρώμα. (Στην αρχή το σαφράν με φόβιζε, μου μύρισε σα betadine, προφανώς επειδή όποιος έχει πολύ πιπέρι βάζει και στα λάχανα και το είχα παρακάνει με την ποσότητα. Είναι θέμα προσωπικού γούστου και εξάσκησης, η σωστή δόση.)
Δοκιμάζω πάντα για να επιβεβαιώσω αν είναι αρκετά τα μπαχαρικά.
Ψήνω άλλα 10΄, ελέγχω και προσθέτω και τον υπόλοιπο ζωμό, αν χρειάζεται.
Ανακατεύω και αφήνω την paella να ψηθεί άλλα 5’, μέχρι να ετοιμαστεί το ρύζι (το οποίο δεν πρέπει να έχει παραβράσει!).
Βγάζω το φαγητό από το φούρνο ενώ το ρύζι είναι ακόμα σκληρό στο δόντι και υπάρχει αρκετό υγρό στο ταψί, σκεπάζω με καθαρή πετσέτα και σε 10΄έχει μαλακώσει το ρύζι και έχει πιει όλα τα υγρά.
Έτοιμη πια για το τραπέζι η paella. Συνοδεύεται από γεμιστές ελιές (με αμύγδαλα, λιαστή ντομάτα, πιπεριές), μία κρύα tortilla κομμένη σε κύβους και κάποια σαλάτα, ανάλογα την εποχή και την όρεξη.

¡A comer!

Friday, November 17, 2006

Στο ντιβάνι!

Η δική μας "Κούβα"

Για κάποιον λόγο που δεν έχω μπορέσει ακόμα να εντοπίσω, ξύπνησα το πρωί με το ρυθμό της Cuba Linda στα αυτιά μου. Μελαγχολικοί ήχοι, γεμάτοι νοσταλγία. Τραγουδισμένοι γι αυτούς που έφυγαν, γι αυτούς που έμειναν. Ένας λαός διχασμένος, όποια θέση και να πάρει κανείς, πού βρίσκεται άραγε η αλήθεια; Μα υπάρχει "αντικειμενική" αλήθεια; Για κάποιους ο Κάστρο είναι σωτήρας, για άλλους δικτάτορας. "Όμορφη Κούβα της ζωής μου, πάντα θα σε θυμάμαι. Θα ήθελα να σε δω τώρα, όπως την πρώτη φορά. Όμορφη Κούβα της ζωής μου, όμορφη Κούβα πάντα θα σε θυμάμαι."

Μήπως τελικά όλοι δεν κουβαλάμε μέσα μας τη δική μας "Κούβα"; Το άπιαστο όνειρο; Ή, πάνω από όλα, την ελπίδα;

Στο cd του Cachao, που κυκλοφόρησε το 2000, ξεχωρίζει η Cuba Linda, τραγούδι που έκανε γνωστό το 1975 ο Virgilio Martí, με το Grupo Folklórico Experimental Nuevayorquino. Την εισαγωγή εδώ κάνει ο Feliciano López με την τρομπέτα του και ο (αμφιλεγόμενος, αγαπητός στους μεν, μισητός στους δε) Andy García απαγγέλλει σαν επικήδειο τους Versos Sencillos του José Martí, για να συνεχίσει ο Lázaro Galarraga με την μελωδία και να μας γεμίσει με αυτά τα γλυκόπικρα συναισθήματα της μνήμης. "Όλα είναι όμορφα και σταθερά, όλα είναι μουσική και δίκαιο, και όλα, όπως το διαμάντι, πριν από φως είναι κάρβουνο."

Ο Bebo Valdés και ο Diego (ναι, πάλι για τον El Cigala γράφω) συνδυάζοντας το son με το flamenco μέσα πάντα από τους ήχους της jazz, "μιλούν" για την δική τους "Κούβα" στο Popurrí . Μια διαφορετική εκδοχή, ίσως πιο εύπεπτη, αλλά εξίσου όμορφη.

Ξημερώνει η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.

Saturday, November 11, 2006

Πράσινο, σε θέλω πράσινο


Verde - Manzanita (rumba)

Πράσινο λοιπόν. Δια χειρός Federico García Lorca στο Romance sonámbulo. Προσαρμοσμένο και τραγουδισμένο από τον Manzanita. Και οι δύο έφυγαν νωρίς.

Όταν η λέξη και η έννοια του "fusion" ήταν ακόμα κάτι άγνωστο και άπιαστο, όταν κανείς δεν τολμούσε να ενώσει και να "μπερδέψει" το flamenco με τα μουσικά ακούσματα της εποχής, όταν οι νεαροί Camarón de la Isla και Paco de Lucía σήκωναν ειρωνικά το φρύδι μπροστά σε αυτήν την νέα προοπτική, τότε ακριβώς ο José Manuel Ortega Heredia, ο αγαπημένος αργότερα Manzanita, έφηβος κιθαρίστας ακόμα, ένοιωσε και άκουσε τους ανέμους της μουσικής αλλαγής που συνόδευαν τις σημαντικότατες αλλαγές στο πολιτικό τοπίο της Ισπανίας και έτσι το 1974 έφτιαξε το γκρουπ Los Chorbos, με τους Miguel και Amador Losada και τον Alfonso Veneno.

Από την μαδριλένικη γειτονιά του Caño Roto όπου ζούσαν τότε οι νεαροί Los Chorbos, ο νεωτεριστικός ήχος της rumba τους ηχούσε διαμετρικά αντίθετος με την rumba catalana που είχε κάνει αγαπητή στο κοινό ο Antonio el Pescaílla y Peret και κυριαρχούσε στα μουσικά γούστα της Ισπανίας για δύο δεκαετίες. Αν η rumba catalana "πούλαγε" αισιοδοξία σε μία χώρα με χρόνια μεταπολεμικά σύνδρομα, ο νέος ήχος άλλαζε σελίδα με ένα ρυθμό επιβραδυτικό που αντανακλούσε την γενικευμένη κοινωνική δυσαρέσκεια και ένα αίσθημα ιδιαιτέρως "flamenco". Για την γενιά εκείνη του flamenco που τώρα την αποκαλούν γενιά "των φεστιβάλ", η μουσική του Manzanita (αλλά και επόμενων γκρουπς που ακολούθησαν αυτήν την πορεία) αποτέλεσε μία εναλλακτική λύση στο παραδοσιακό τραγούδι, χωρίς να απομακρυνθούν ιδιαίτερα από το flamenco.

Όμως, για τον Manzanita ήταν παράλογο να του βάλουν την ετικέττα του “rumbero”. Προερχόμενος από την flamenca ρίζα των Ortega, ανηψιός του Manolo Caracol, ξεκίνησε σαν παραδοσιακός κιθαρίστας, πρώτα στα διάφορα tablaos και στη συνέχεια -μόλις στα 11 του χρόνια- με τον Enrique Morente, αλλά σύντομα άρχισε και να τραγουδά. Η βελούδινη φωνή με την λαλιά του flamenco και του gitano, χάϊδεψαν τραγούδια όπως το Ramito de violetas, μια μπαλάντα γεμάτη εσωτερικότητα και ευαισθησία, που ερμηνεύοντάς την χωρίς να πέφτει σε συναισθηματικές υπερβολές, κατάφερε να την μετατρέψει στην μεγαλύτερη επιτυχία του. Άλλο συμβολικό τραγούδι του Manzanita είναι αυτό που ακούμε σήμερα, το Verde que te quiero verde που βασίζεται στο ποίημα του Lorca και αποτέλεσε το βασικό μουσικό θέμα στην ταινία Flamenco του Carlos Saura.

Οι μουσικές ανησυχίες του Manzanita τον οδήγησαν από την jazz στην μουσική της Καραϊβικής. Δυστυχώς (κατά τη γνώμη μου) οι πνευματικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν να εγκαταλείψει την μουσική για αρκετά χρόνια για να συμμετάσχει ενεργά στο κίνημα των Ευαγγελιστών στην Βαρκελώνη. Επέστρεψε επαγγελματικά στην μουσική την δεκαετία του 90 παίρνοντας μέρος στο δίσκο Los gitanos cantan a Lorca με παραγωγό τον Ricardo Pachón και συμμετέχοντας στην ορχήστρα που έπαιξε την μουσική για την ταινία Viviré. Το 2003 μία νέα γενιά από aficionados του flamenco (μέσα σε αυτούς και εγώ) είχε την ευκαιρία να γνωρίσει την μουσική και το ταλέντο του Manzanita μέσα από το δίσκο που έγραψε μαζί με τον καταλανό cantaor Duquende (το "τέρας" της Βαρκελώνης σύμφωνα με τον Paco de Lucía). Aυτή η δουλειά του ήταν και ο κολοφώνας στην καταπληκτική αλλά δυστυχώς απότομα κομμένη καρριέρα του. Ένα χρόνο μετά ο Manzanita "έφυγε", στα 49 του μόλις...


.
Romance sonámbulo - Federico García Lorca

Verde que te quiero verde.
Verde viento. Verdes ramas.
El barco sobre la mar
y el caballo en la montaña.
Con la sombra en la cintura
ella sueña en su baranda,
verde carne, pelo verde,
con ojos de fria plata.
Verde que te quiero verde.
Bajo la luna gitana,
las estrellas la estan mirando
y ella no puede mirarlas.
Verde que te quiero verde.
Grandes estrellas de escarcha,
vienen como el pez en la sombra
que abre el camino del alba.
La higuera frota su viento
con la lija de sus ramas,
y el monte, gato garduno,
eriza sus pitas agrias.
Pero,¿ quien vendra? y por¿ donde...?
Ella sigue en su baranda,
verde carne, pelo verde,
soñando la mar amarga.

Compadre, quiero cambiar
mi caballo por tu casa,
mi montura por tu espejo,
mi cuchillo por tu manta.
Compadre, vengo sangrando,
desde los puertos de Cabra.
Si yo pudiera, mocito,
este trato se cerraba.
Pero yo ya no soy yo.
Ni mi casa es ya mi casa.
Compadre, quiero morir
decentemente en mi cama.
De acero, si puede ser,
con las sabanas en volanda.
No veis la herida que tengo
desde el pecho a la garganta
Trescientas rosas morenas
lleva tu pechera blanca.
Tu sangre rezuma y huele
alrededor de tu faja.
Pero yo ya no soy yo.
Ni mi casa es ya mi casa.
Dejadme subir al menos
hasta las altas barandas,
dejadme subir!, dejadme
hasta las verdes barandas.
Barandales de la luna
por donde retumba el agua.

Ya suben los dos compadres
hacia las altas barandas.
Dejando un rastro de sangre.
Dejando un rastro de lagrimas.
Temblaban en los tejados
farolillos de hojalata.
Mil panaderos de cristal.
herian la madrugada.

Verde que te quiero verde,
verde viento, verdes ramas.
Los dos compadres subieron.
El largo viento, dejaba
en la boca un raro gusto
de hiel, de menta y de albahaca.
Compadre!¿ Donde esta?, dime
¿Donde esta tu niña amarga?
Cuantas veces te espero!
Cuantas veces te esperara,
cara fresca, negro pelo,
en esta verde baranda!

Sobre el rostro del aljibe,
se mecia la gitana.
Verde carne, pelo verde,
con ojos de fria plata.
Un carambano de luna
la sostiene sobre el agua.
La noche se puso intima
como una pequeña plaza.
Guardias civiles borrachos
en la puerta golpeaban.
Verde que te quiero verde.
Verde viento. Verdes ramas.
El barco sobre la mar.
Y el caballo en la montaña.

Thursday, November 09, 2006

Ο Diego El Cigala σάρωσε στα Grammy Flamenco 2006

El Cigala gran vencedor flamenco de los Grammy Latinos 2006

Diego El Cigala ha sido el gran protagonista flamenco de los Grammy Latinos 2006, y por partida doble. El popular cantaor, que ya obtuvo uno de estos galardones en 2004, ha sido el ganador en las categorías de Mejor Álbum Flamenco y Mejor Vídeo Musical Versión Larga.

Diego El Cigala ha vuelto a demostrar su peso internacional en la última edición de los Grammy Latinos, los premios más importantes de la música latina. El cantaor, al que muchos consideran como el heredero de Camarón, se hizo con el gramófono al Mejor Álbum Flamenco por su último trabajo "Picasso en mis ojos". En su quinto disco en solitario el músico madrileño rinde homenaje al gran genio de la pintura contemporánea y creador del cubismo.

Además, el DVD "Blanco y negro en vivo", que recoge una actuación suya junto a Bebo Valdés durante la gira de "Lágrimas Negras", compartió el galardón al Mejor Vídeo Musical Versión Larga con "El viaje" de Café Tacaba. Este es el tercer Grammy Latino que obtiene Diego El Cigala a lo largo de su carrera. Se da la coincidencia de que en 2004 el disco "Lagrimas Negras" ya obtuvo el premio en la categoría de Mejor Álbum de Música Tropical Tradicional.

Diego El Cigala no asistió a la ceremonia de entrega del Madison Square Garden (Nueva York), ya que estaba actuando en Costa Rica. Durante una rueda de prensa, para presentar su concierto en el Teatro Nacional de la capital de este país centroamericano, el cantaor anticipó que, de resultar ganador, lo celebraría tomándose una botella de vino junto a su esposa y los músicos que le acompañan.

"Los Grammy son un reconocimiento maravilloso a la música y el esfuerzo, me siento contento de estar nominado", comentó El Cigala ante la prensa costarricense. Así que es de suponer que tras conocer el resultado final, a buen seguro, se sentirá aún más feliz todavía.

http://www.esflamenco.com/scripts/news/esnews.asp?frmIdPagina=585

Nominados Grammy Latinos

Mejor Álbum Flamenco:

-"Sueña la Alhambra". Enrique Morente

-"Mujeres". Estrella Morente

-"Un momento en el sonido". Vicente Amigo

-"Picasso en mis ojos". Diego El Cigala

-"Limón". Javier Limón


Mejor Álbum Pop Vocal Femenino:

-"Joyas Prestadas". Niña Pastori


Mejor Video Musical Versión Larga:

-"Blanco y Negro en vivo". Bebo Valdés y Diego El Cigala

http://www.esflamenco.com/scripts/news/esnews.asp?frmIdPagina=582

"El Cigala" prepara con cubanos parte dos de "Lágrimas negras"

Bogotá, 7 nov (EFE)- El cantaor español Diego "El Cigala" dijo hoy en Bogotá que trabaja con músicos de Cuba en una segunda parte de "Lágrimas negras", el premiado álbum de 2003 en el que el artista flamenco hizo con el pianista Bebo Valdés, también cubano.

"Lo único que quiero es que sea una continuación, no un segundo, como si en su día se hubiesen grabado los dos", declaró "El Cigala", quien viajó a Colombia para ofrecer dos conciertos de "Picasso en mis ojos", su más reciente producción.

El cantaor eludió identificar a los músicos que le acompañan en su nuevo trabajo, y también se abstuvo de anticipar algunas de las canciones que ha seleccionado para el proyecto.

Los cubanos vinculados son "músicos grandiosos, pero eso lo veréis en marzo o abril (de 2007) que espero tenerlo por la calle", dijo "El Cigala", quien dijo que "lo que más trabajo me está costando ahora mismo es la elección de temas".

"No puedo desvelar nada de esta segunda parte, excepto que sí va haber boletos, va haber coplas, estoy también buscando otro tango argentino", agregó el artista oriundo de Madrid, donde nació en 1968.

"El Cigala" dijo que, a partir, de "Lágrimas negras", ha esperado que todos en el mundo conozcan su discografía, formada por cinco discos en solitario ("Undebel", "Entre vareta y canasta" y "Corren tiempos de alegría", además de los dos ya mencionados).

Con más de 800.000 copias vendidas en todo el mundo, que le ha supuesto la concesión de un triple disco de platino en su país, "Lágrimas negras" recibió dos premios Grammy y fue nominado cinco veces a ese mismo reconocimiento, obtuvo cinco premios Amigo y tres de la Música en España.

A ellos se unieron, en la reciente entrega de los Grammy Latino, el premio al mejor álbum flamenco y también al mejor vídeo musical en versión larga, con "Picasso en mis ojos".

"El flamenco es universal (...), ya está a la par de las grandes músicas (del mundo)", afirmó el cantaor, para quien "el flamenco tiene algo que cautiva a la primera de cambio".

Según él, "el flamenco es de la tierra y es del pueblo".

"Le canto el flamenco a la vida y a toda aquella persona que se arrime un poquito y quiera escuchar el lamento de un gitano, tanto en la pena, como en la alegría", continuó, e indicó que "hay que llevarlo a todos los rincones del mundo, y si a toda esa gente que te escucha le puedes hacer feliz un minutico, pues mi recompensa está más que dada".

"El Cigala" dijo que sus seguidores en Medellín y Bogotá podrán disfrutar los próximos días 9 y 10, respectivamente, del encanto de "Picasso en mis ojos", que él produjo como homenaje al artista plástico malagueño.

Pablo Ruiz Picasso era el más flamenco de todos los grandes pintores de su generación, dijo el cantaor, y añadió que también era el que más se asemejaba a su manera de vivir y de crear, a partir de hechos cotidianos que aquel plasmaba en el lienzo y "El Cigala" lleva al escenario.
Terra/EFE

http://www.terra.com/ocio/articulo/html/oci154783.htm

Sunday, November 05, 2006

Ένας ακόμα λόγος που με κάνει να μην γουστάρω την Ελλάδα

Αν κάποιος στην σημερινή Αθήνα χρειαστεί επειγόντως να κάνει μετάγγιση αίματος, θα πρέπει να έχει την τύχη με το μέρος του τη συγκεκριμένη στιγμή, γιατί στα δημόσια νοσοκομεία πρέπει να είναι μέρα εφημερίας, να υπάρχει περιθώριο για έναν ακόμα ασθενή και βέβαια να υπάρχει και η συγκεκριμένη ομάδα αίματος. Και μπάρμπας στην Κορώνη να υπάρχει, είναι σχεδόν αδύνατο να καλυφθεί άμεσα το επείγον περιστατικό.

Σε επείγουσα κατάσταση, ο ασθενής αναγκαστικά θα πρέπει να ανοίξει το πορτοφόλι και να απευθυνθεί σε κάποιο ιδιωτικό νοσοκομείο. Εδώ να σημειώσω ότι θα πρέπει και οι δικοί του να ανοίξουν τις φλέβες τους, κάτι που δυστυχώς στην Ελλάδα το κάνουμε στην πλειοψηφία μας μόνο όταν ένας δικός μας έχει άμεση ανάγκη, καθώς ακόμα δεν έχουμε "χωνέψει" την υψηλή σημασία της εθελοντικής συστηματικής αιμοδοσίας. Το αίμα είναι ένα από τα πιο πολύτιμα αγαθά, που δεν "αγοράζεται" και που είναι πιθανό να το χρειαστούμε όλοι σε κάποια στιγμή της ζωής μας.

Στο ιδιωτικό νοσομείο λοιπόν, δεν είναι και πάλι βέβαιο ότι θα εξυπηρετηθεί ο ασθενής. Αν υπάρχει κάποια γνωριμία μέσω γιατρού κλπ, κάτι μπορεί να γίνει σε πρώτη φάση, ειδικά σε κατάσταση υπερεπείγοντος. Όμως, αν ο ασθενής χρειάζεται αρκετές μπουκάλες αίμα, ίσως χρειαστεί να περάσει 2 και 3 μέρες στο νοσοκομείο, τουλάχιστον 7 ώρες την φορά. Θα χρεωθεί για δωμάτιο και τροφή (αν και το πιο πιθανό είναι ότι σπίτι του θα φάει και θα κοιμηθεί), θα χρεωθεί για τα ειδικά φίλτρα αν δεν κάνει μετάγγιση αίματος αλλά κάποιου υποπροϊόντος, θα χρεωθεί για... τελοσπάντων, η σούμα φτάνει άνετα κοντά στα 700 euros. Για μια μετάγγιση σε δόσεις. Που είπαμε, αν πρόκειται για επείγον περιστατικό, δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου αναμονής ώστε να εξυπηρετηθεί κάποιος σε ένα δημόσιο νοσοκομείο, γιατί στο μεταξύ μπορεί να έχει αποδημήσει εις τόπον χλοερό.

Ένας ακόμα λόγος που με κάνει να μην γουστάρω την Ελλάδα. Το σύστημα υγείας. Που εξακολουθεί να είναι κουτσό και στραβό. Που μας μετατρέπει σε ανήμπορα πονεμένα απελπισμένα σκουληκάκια, που σέρνονται στα σκατά για μια στάλα αίμα, για ένα φάρμακο, για μια ανάσα ζωής.

Thursday, November 02, 2006

Επείγουσα ερώτηση προς τους bloggers

Γνωρίζει κανείς ή έχει τα στοιχεία γιατρού αιματολόγου, που να εργάζεται νόμιμα στην Αμερική;

Ασθενής (στενός συγγενής μου) χρειάζεται επειγόντως κάποιο φάρμακο που λειτουργεί σε πειραματικό στάδιο μόνο στην Αμερική και μπορεί να του το συνταγογραφήσει αποκλειστικά αιματολόγος που εργάζεται σε αμερικανικό νοσοκομείο.

Ευχαριστώ για την βοήθεια.

Πάνω στον τάφο μια ρούμπα!

"Μην την κλαίτε, νεκροθάφτη, μην την κλαίτε, γιατί ήταν μια σουρτούκω"

Με τέτοιου είδους τραγούδια (αν και το συγκεκριμένο είναι Κουβανέζικο, της σπουδαίας συνθέτιδας και τραγουδίστριας Μαρία Τερέσα Βέρα), γιορτάζεται σήμερα η Ημέρα των Νεκρών στο Μεξικό.