[... η φωνή του Χοσέ Αλφρέδο ακουγόταν από το μικρό στέρεο δίπλα στην τηλεόραση και στο βίντεο. Είμαι σε μια γωνιά σ΄ένα μπαρ, έλεγε. Ακούγοντας ένα τραγούδι που ζήτησα. Ο Γουέρο της είχε πει ότι ο Χοσέ Αλφρέδο Χιμένεθ πέθανε μεθυσμένος, συνθέτοντας τα τελευταία του τραγούδια σε μπαρ και υπαγορεύοντας τους στίχους στους φίλους του, ανήμπορος πια να γράψει. "Η θύμησή σου κι εγώ" ήταν ο τίτλος εκείνου του τραγουδιού. Και φαινόταν σαφώς πως ήταν ένα από τα τελευταία του.]
[... Κι εκεί βρισκόταν πάλι, με το μπουκάλι μισοάδειο, συνοδεύοντας τα λόγια του τραγουδιού με τα δικά της. Ακούω ένα τραγούδι που εγώ ζήτησα. Μου σερβίρουν την τεκίλα μου. Η σκέψη μου είναι σ΄εσένα... Ποιος δεν ξέρει σ'αυτήν την ζωή την προδοσία που μας φέρνει μια αποτυχημένη αγάπη. Ποιος δεν πάει στο μπαρ απαιτώντας την τεκίλα του και απαιτώντας το τραγούδι του... Ήδη μου φέρνουν το τελευταίο ποτήρι, έλεγε εκείνη τη στιγμή ο Χοσέ Αλφρέδο, και το έλεγε κι αυτή. Ζητάω μόνο να μου παίξουν πάλι το "Αυτή που έφυγε". Ρίγησε ξανά. Πάνω στα σεντονια, πλάι της, ήταν η σκισμένη φωτογραφία. Την έκανε να κρυώνει πολύ αυτή η ελευθερία.]
O συνθέτης και τραγουδιστής José Alfredo Jiménez γεννήθηκε στην Dolores Hidalgo της πολιτείας του Guanajuato το 1926 και πέθανε πριν κλείσει τα 50 του χρόνια πνιγμένος στην τεκίλα, από κήρωση του ήπατος, στην Πόλη του Μεξικό. ‘Εγινε ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της μεξικανικής canción ranchera στην χώρα του, στην Αμερική και στην Ευρώπη. Τα τραγούδια του παίζονται και ξανατραγουδιούνται ακόμα και σε hip hop εκτελέσεις, από καλλιτέχνες όλων των εθνικοτήτων. Ορφανός από πατέρα από τα 10 του, από πολύ μικρός στον αγώνα της επιβίωσης, άρχισε να γράφει τραγούδια στα 14, σχεδόν παιδί ακόμα. Δούλεψε σκληρά σαν σερβιτόρος, σαν ποδοσφαιριστής, μέρα νύχτα, στην Πόλη του Μεξικό. Στο εστιατόριο La Sirena, χάρη στην φιλία του με το γιο του ιδιοκτήτη και κιθαρίστα του trio Los Rebeldes, μπόρεσε να δοκιμάσει για πρώτη φορά τις δυνάμεις του σαν συνθέτης και σαν τραγουδιστής. Η επιτυχία άργησε να έρθει.
Έγινε γνωστός κάποια στιγμή γύρω στο 1950, όταν o Andrés Huesca και οι Costeños του, ηχογράφησαν το τραγούδι του José Yo. Δεν τον άφησαν ούτε να πατήσει το πόδι του στο στούντιο. Το τραγούδι όμως έγινε μεγάλη επιτυχία. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε η φρενήρης πορεία προς την δόξα, εμφανίσεις σε όλο το Μεξικό, στην τηλεόραση, στο ράδιο, περιοδείες σε όλον τον κόσμο, καθώς και συμμετοχή σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες. Άρχισε να μεταβάλλεται από τον ήσυχο εσωστρεφή άνδρα, σε έναν γοητευτικό αλκοολικό, πρότυπο "μάτσο" Μεξικανού, που επανέφερε όμως στα στόματα και στα αυτιά των συμπατριωτών του την canción ranchera, που κινδύνευε ήδη να γίνει "μουσειακό" είδος. Άλλαξε την πορεία της μουσικής ιστορίας του Μεξικό με την πληθωρική έντονη προσωπικότητά του, ίδια με κινηματογραφική φιγούρα της Χρυσής Εποχής του Κινηματογράφου της χώρας του. Στην αρχή σκανδαλίστηκαν οι συμπατριώτες του, αλλά γρήγορα τα λόγια των τραγουδιών του χτύπησαν τις πιο ευαίσθητες χορδές, γιατί στην πραγματικότητα αντανακλούσαν τις αγωνίες και τους πόθους του λαού του. Με τον χαμό του, η canción ranchera, πολιτική, αλκοολική και "μάτσο", έφτασε και αυτή στο τέλος της, καθώς δεν βρέθηκε ποτέ αντάξιος συνεχιστής του...
* Στο Μεξικό, η καντίνα είναι το μπαράκι της γειτονιάς, στο οποίο μέχρι πριν κάποια χρόνια σύχναζαν αποκλειστικά άνδρες (και "πεταλούδες" της μέρας και της νύχτας).
No comments:
Post a Comment